Η εποχή εκείνη μας στιγμάτισε θετικά. Παρότι δεν είχαμε κλείσει την πρώτη δεκαετία της ζωής μας, ζούσαμε ένα όνειρο. Το όνειρο μπορεί να ξεκίνησε με τα χρώματα των πολιτικών συγκεντρώσεων και των φεστιβάλ της ΚΝΕ και του Οδηγητή, τις πολιτικές κουβέντες που γίνονταν στα καφενεία που βρισκόμασταν με τους δικούς μας, αλλά και με τα αθλητικά του Ριζοσπάστη, των δεκάδων Μαρξιστικών Λενινιστικών, λογοτεχνικών και επιστημονικών βιβλίων που βρίσκονταν στο σπίτι καθόρισαν και την μέχρι τώρα ζωή μας, ήταν οι μέρες που το λαϊκό κίνημα ήταν στο αποκορύφωμα του και προφανώς το ΠΑΣΟΚ απ΄το 1981 και μετά το έβαλε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Ήταν και αυτό το ταξίδι στην ΕΣΣΔ το καλοκαίρι του 1984 που ουσιαστικά καθόρισε την ωρίμανση μας και ήταν λίγο μετά τις ευρωεκλογές του Ιούνη της ίδιας χρονιάς.
Ήταν τόσο δυνατές οι επιρροές που είχαμε που δυστυχώς ξεχωρίζαμε στο δημοτικό ενώ κάναμε τα πάντα για να ήμαστε σαν τα υπόλοιπα παιδιά, ήταν αδύνατον φυσικά(όταν τα άλλα άκουγαν τα παπάκια και εμείς Χατζιδάκι και Θεοδωράκη στο σπίτι) αλλά η αγάπη μας για τον αθλητισμό αλλά και την συμμετοχή μας στις πλάκες εξισορροπούσε όλα τα άλλα.
Τι και αν διαβάζαμε εξωσχολικά βιβλία, αντί των σχολικών, τι και αν μας έδερναν και μας τραβούσαν τα μαλλιά η μας ξερίζωναν τα αυτιά οι δάσκαλοι, τι και αν έλεγαν στους δικούς μας "δυστυχώς είναι ένα υπερκινητικό παιδί που αντιδρά παντού και αν διάβαζε λίγο παραπάνω και δεν μιλούσε με τους διπλανούς του θα ήταν φαινόμενο", εμείς το χαβά μας μπάλα με τα κουτάκια των αναψυκτικών και κουβέντα στην ώρα του μαθήματος με τα παιδιά των φτωχών οικογενειών, αλλά πάντα με το ένα μάτι καρφωμένο στην παράδοση.
Τα γόνατα μας μονίμως με κάκαδα και οι πατούσες μας με φουσκάλες. Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ούτε ένας δάσκαλος και ούτε μια δασκάλα της εποχής εκείνης που να μην είχε προσέξει την αγάπη μας στο Ρίτσο, στο Βάρναλη και σε όλους τους μεγάλους, στην γεωγραφία, στην πολιτική αγωγή και την μουσική, το ταλέντο μας στα μαθήματα της τότε φυσικής πειραματικής και χημείας, αλλά και τον τρόπο που αποκωδικοποιούσαμε την ιστορία και το κυριότερο την βαθύτατη απέχθεια μας στο μάθημα των θρησκευτικών παρότι μας πήγαιναν υποχρεωτικώς σε κατηχητικά μέσω του διευθυντή. Έλεγαν και ξανά έλεγαν στους δικούς μας πως είναι δυνατόν ένα παιδί αυτής της ηλικίας να μας αμφισβητεί, εμάς τα θρησκευτικά και την ιστορία που διδάσκεται στο σχολείο και να μας λέει αυτό είναι λάθος και αυτό σωστό επικαλούμενο τον Κορδάτο που ξέρει το παιδί ένα παράνομο που είναι βλάσφημος κ.ο.κ.
Μετά ήρθε το Γυμνάσιο και μετά το Λύκειο, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια η αγάπη μας για το λαϊκό κίνημα, τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό γίνονταν από φλόγα πυρκαγιά, μερικές αποβολές γιατί ζωγραφίζαμε σφυροδρέπανα στο θρανίο, αλλά ήταν γυμνάσιο και δεν είχαμε οργανωθεί ούτε καν στους τότε "νέους πρωτοπόρους".Τι και αν διαβάζαμε εξωσχολικά βιβλία, αντί των σχολικών, τι και αν μας έδερναν και μας τραβούσαν τα μαλλιά η μας ξερίζωναν τα αυτιά οι δάσκαλοι, τι και αν έλεγαν στους δικούς μας "δυστυχώς είναι ένα υπερκινητικό παιδί που αντιδρά παντού και αν διάβαζε λίγο παραπάνω και δεν μιλούσε με τους διπλανούς του θα ήταν φαινόμενο", εμείς το χαβά μας μπάλα με τα κουτάκια των αναψυκτικών και κουβέντα στην ώρα του μαθήματος με τα παιδιά των φτωχών οικογενειών, αλλά πάντα με το ένα μάτι καρφωμένο στην παράδοση.
Τα γόνατα μας μονίμως με κάκαδα και οι πατούσες μας με φουσκάλες. Στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ούτε ένας δάσκαλος και ούτε μια δασκάλα της εποχής εκείνης που να μην είχε προσέξει την αγάπη μας στο Ρίτσο, στο Βάρναλη και σε όλους τους μεγάλους, στην γεωγραφία, στην πολιτική αγωγή και την μουσική, το ταλέντο μας στα μαθήματα της τότε φυσικής πειραματικής και χημείας, αλλά και τον τρόπο που αποκωδικοποιούσαμε την ιστορία και το κυριότερο την βαθύτατη απέχθεια μας στο μάθημα των θρησκευτικών παρότι μας πήγαιναν υποχρεωτικώς σε κατηχητικά μέσω του διευθυντή. Έλεγαν και ξανά έλεγαν στους δικούς μας πως είναι δυνατόν ένα παιδί αυτής της ηλικίας να μας αμφισβητεί, εμάς τα θρησκευτικά και την ιστορία που διδάσκεται στο σχολείο και να μας λέει αυτό είναι λάθος και αυτό σωστό επικαλούμενο τον Κορδάτο που ξέρει το παιδί ένα παράνομο που είναι βλάσφημος κ.ο.κ.
Ζήσαμε ωραία παιδικά και εφηβικά χρόνια δεν μας έλειψαν πολλά πράγματα γιατί είχαμε μάθει να διεκδικούμε και γιατί πάντα πιστεύαμε στο δικαίωμα του να ζω και όχι να επιβιώνω.
Εδώ και μερικούς μήνες ξεψαχνίζοντας το προσωπικό μας αρχείο ξεθάψαμε πράγματα που μας ενεργοποίησαν την διάθεση να ψάξουμε και αλλού και να βρούμε διάφορα διαμάντια, που για άλλους δεν είναι τίποτα άλλο από "άχρηστη χαρτούρα", αλλά για μας είναι η ίδια η παιδική και εφηβική ηλικία που μας καθόρισε και θα συνεχίζει να μας καθορίζει.
Δεν είναι τυχαίο ότι για φώτο σε αυτή την ανάρτηση βάλαμε το εξώφυλλο αυτής της εφημερίδας, ήταν απ' τις πρώτες που έπεσαν στα χέρια μας για να διαβάσουμε τι άλλο τα αθλητικά στην προτελευταία σελίδα, αλλά τότε μας έκανε εντύπωση η πρώτη...
Ο όγκος του κόσμου σε μια πλατεία τεράστια μας συνεπήρε, όπως μας συνέπαιρνε όταν πηγαίναμε με τους δικούς μας στα φεστιβάλ της ΚΝΕ, και τις πολιτικές συγκεντρώσεις του ΚΚΕ στα Χανιά και στο Ηράκλειο, το κόκκινο ήταν πάντα το χρώμα της πλατείας και διέφερε από το γαλανόλευκο και το πρασινόλευκο και τα αυτοκόλλητα που τα κολλούσαν στο μέτωπο και στο πρόσωπο οι ΠΑΣΟΚΟΙ και οι ΝΔμοκράτες.
Με το που ξεκίνησε το "κίνημα της πλατείας" μας μπήκε ινάτι να βρούμε τους παλιούς Ριζοσπάστες για να θυμηθούμε πρώτα απ' όλα εμείς την διαφορά και την ομοιότητα ανάμεσα στην ανάγκη και την οργή, ξεθάψαμε από μια τσάντα που ήταν βαθιά σε ένα φωριαμό, κάτω από κάτι παλιά ρούχα και η νοσταλγία μας έφτασε στο κατακόρυφο, ποιος μας έπιανε, ούτε το Τζόκερ που δεν παίζουμε να κερδίζαμε.
Αισθανθήκαμε τόσο τυχεροί που περάσαμε απ' το μεγάλο σχολείο της ΚΝΕ και ακόμα πιο περήφανοι που μετά την διάσπαση παραμείναμε πιστοί όχι με την έννοια της πίστης, αλλά της διαλεκτικής της ταξικής πάλης. Που δεν πετάξαμε τίποτα μα κυρίως πως η ιστορία γράφεται με ανυπακοή και απειθαρχία, έχει κόκκινο χρώμα και κατακόκκινα γράμματα, στους δρόμους, στις πλατείες, στα καφενεία, στους τόπους δουλειάς, στην ίδια την ζωή τελικά....